Γράφει ο Παναγιώτης Τουμάσης
Κυριακή στο Παγκράτι,
βλέπω μπρος μου με τρόμο,
τον γυμνόν υπνοβάτη
που βαδίζει στο δρόμο!
Κράζω σε κάποιον μπάτσο
να ’ρθει να τον συλλάβει,
«τι μού λες; ’Δώ θα κάτσω!»
και το πούρο του ανάβει!
Κάνω να τον ξυπνήσω,
«μη», μού λεν οι διαβάτες,
«μόλις γυρίσει πίσω,
τίποτα δεν θυμάται»!
«Μα, γυμνός έτσι που ’ναι»,
διαμαρτύρομαι εντόνως,
«τι γι’ αυτόνε θα πούνε;»,
«άσ’ τον! Δεν είν’ ο μόνος»…
Όντως, υπάρχουν κι άλλοι,
μια γραμμή πέρα-πέρα,
τι τούς έπιασε πάλι;
Μού χαλάσαν τη μέρα!
Υπνοβάτες πολλοί ήσαν
στα στενά, στις γωνίες,
τα χαράτσια τους γδύσαν,
κι είχαν οι έρμοι αυπνίες!