Ads



17 Οκτωβρίου 2009

Παρακμή και Πτώση του Κωστάκη

Karamanlis throne animation

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ο Καραμανλής και βαριόταν να κυβερνήσει. «Βρε παιδιά, αφήστε με στο σπίτι μου να πάω», έλεγε και ξανάλεγε σαν το Μιχαλιό, τα «παιδιά» όμως, πού να τον αφήσουνε! Με χίλια-δυο τερτίπια και καμώματα, πάντα βρίσκανε τρόπο να τον διατηρούν βασανιστικά εκεί, στο θώκο του κόμματος.

Πρώτος ο Σουφλιάς, ο πονηρός, ο οποίος πήγε και τού έβαλε γαλάζια κόλλα στο κάθισμα για να κολλήσει και να μην μπορεί να ξεκολλήσει. Όμως το κόλπο αυτό τελικά δεν έπιασε, καθώς ο Καραμανλής αερίστηκε πλουσιοπάροχα κι η κόλλα ξεκόλλησε!

Στη συνέχεια, ανέλαβε ο Σαμαράς να τον δέσει στο θρόνο με μαντήλι καλαματιανό! Το μαντήλι, το μούσκεψε με δάκρυα η Νατάσσα – ήταν αδύνατο να χωνέψει πώς ο άντρας της, από πρωθυπουργός έμεινε σκέτα άντρας (κι αυτό υπό διερεύνηση) – και τι δάκρυα έχυνε, δεν περιγράφεται. Νότισε, νότισε το μαντήλι ώσπου πια, διαλύθηκε.

Καλά, βρε Νατάσσα! Θειικό οξύ έχουν τα δάκρυά σου;

Ύστερα, ήρθε η Ντόρα κι εμπνεύστηκε να καθίσει πάνω στον Καραμανλή, ο οποίος καθόταν παρά τη θέλησή του στο επιβλητικό ανώτατο βάθρο της παράταξής του. Σφίχτηκε, σφίχτηκε η Ντόρα, τον ζόρισε τον άνθρωπο κι ας είναι και εκατόν-σαράντα κιλά. Για την ιστορία σημειώνουμε ότι η Ντόρα ζυγίζει διακόσια σαράντα κιλά, μόνο όταν κρατάει σακούλες απ’ το σούπερ-μάρκετ και επιστρέφει στο σπίτι της με τα πόδια. Δηλαδή, ποτέ!

«Αχ, βρε Ντόρα, θα με λιώσεις»!... Κλαψούρισε ο Καραμανλής, τόσο γοερά, ώστε η Ντόρα τελικά τον λυπήθηκε και τον ελευθέρωσε. Ελεύθερος ο Καραμανλής, σηκώθηκε να φύγει επιτέλους, απ’ το πάλαι ποτέ Άντρο των Γιγάντων. Ένα Άντρο Γιγάντων, που ποτέ δε θα φανταζόταν, το καψερό – αν είχε σκέψη και φωνή – ότι τριανταπέντε χρόνους στρογγυλούς μετά τη γέννησή του, θα το ξεθεμέλιωνε ένα ανιψίδι!

«Μα τα ντουβάρια πέφτουνε, ακόμα κι όταν στέκουν!
Κι οι κεραυνοί αθέατοι, το πράγμα περιπλέκουν»,

θα γράψει ένας τεράστιος ποιητής του μέλλοντος (εχμ, εχμ, εχμ, ναι, ναι, ευχαριστώ, ευχαριστώ!!!) και θα γίνει μεγάλο σουξέ στο stixoi.gr. Τέλος πάντων, με τούτα και με κείνα, ο Καραμανλής όρθωσε την κορμάρα του κι ετοιμάστηκε να μπει στο μαύρο μερσε-ντέ του (όπως λέμε ντε-ντε στα γαϊδουράκια). Βγαίνοντας όμως απ’ το μέγαρο, συνάντησε, ποιον λέτε; Συνάντησε τον παίδαρο! Αμάν-αμάν-αμάν!...

Συνάντησε τον Παναγή, για τον οποίο ένας άλλος ποιητής ήσσονος αξίας απ’ τον προηγούμενο, θα γράψει στο μέλλον:

Μην είδατε τον Παναγή,
που βγήκε με τη χαραυγή
και τώρα έχει η σελήνη βγει
κι αυτός δε βρίσκεται στη γη!

«Βρε, καλώς τον Ψωμιάδη! Τι σε φέρνει από τον Άδη»; Ρώτησε ο Καραμανλής στεκάμενος στην άνω μεριά των σκαλοπατιών.

«Γεια σου, μωρέ Καραμανρή, που κράνεις πράσινο μαρρί»! Απάντησε ο Ψωμιάδης με καταφανή δυσκολία στην προφορά του λάμδα.

«Τι έπαθε το λάμδα σου, καημένε Παναγιώτη»; Γουργούρισε πιο ετοιμόλογη η Νατάσσα, πίσω απ’ την πλάτη του συζύγου της.

«Εκάηκε», έκανε σε κακόμοιρο τόνο, ο Ψωμιάδης. «Το μπέρδεψα με τη λάμπα και πήγα να το ανάψω… Αχ, αγάπη του φίλου μου, άλλο είναι το “λάμδα” κι άλλο το “λάμπα”! Άμα πατήσεις το λάθος κουμπί, καίγεσαι».

«Καράμπα»! Τσίριξε ο Καραμανλής. «Είπες “αγάπη μου”, την αγάπη μου»;

«Όχι»! Δικαιολογήθηκε ο Ψωμιάδης. «Είπα το “λάμδα του φίλου μου”, τη “λάμπα του φίλου μου”»!

«Ω, ρε γαμώλο, με μπέρδεψες λώρα! Λέλος πάνλων, σε συγχωρώ… Πάω να φάω σκαλά».

Πήρε απ’ το μπράτσο τη γυναικούλα του κι απομακρύνθηκαν απ’ τον κακό Ψωμιάδη! Ο τελευταίος, έμεινε στα σκαλιά απορημένος κι όλο έξυνε το κεφάλι του. Διότι, αφού ο Καραμανλής έπαθε ξαφνικά πρόβλημα με το ταυ του, κάτι πρέπει να μπέρδεψε κι εκείνος! Κάποιο «λάμδα» αντί για «λάμπα». Αλλά ποιο; Χμμ…

Πολ Σάτιρος
comments powered by Disqus
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Η Πολιτική Σάτιρα στο F/B