23 Μαρτίου 2010
Το Πάσχα του Γιωργάκη
Μέρες δύσκολες περνάμε κι ο Γιώργος με την Άντα πολύ βαριά το έχουν πάρει, σχετικά με το πώς θα περάσουν το Πάσχα. Διότι χρήματα μεν άφθονα διαθέτουν, πλην όμως δεν πρέπει να το δείξουν κιόλας. Ο κόσμος έσφιξε για τα καλά το ζωνάρι. Τελευταία μάλιστα, επικρατεί η άποψη, φέτος να μη σφαχτούν αρνιά και η χαρμόσυνη για τους χριστιανούς μέρα της Ανάστασης να κυλήσει σαν μια οποιαδήποτε άλλη μέρα…
«Τι θα κάνουμε εμείς, Άντα μου»; Ρωτάει συνέχεια από τώρα ο Γιώργος την αγαπημένη του σύζυγο.
«Μα, δε θα φάμε αρνί, Γιωργάκη μου»! Απαντάει εκείνη με φυσικότητα. Το στομάχι ωστόσο του λαοφίλητου ηγέτη μας, τούτο δεν μπορεί εύκολα να το δεχτεί.
«Άντα μου, να ψήσουμε κρυφά ένα μικρό αρνάκι; Μόνο οι δυο μας θα το φάμε και κανείς δε θα το μάθει»!
«Όχι, μην επιμένεις. Θα μυρίσει σε όλο το Καστρί και θα γίνει το έλα να δεις έξω από τη βίλα μας»!
Ο Γιώργος, βαθιά προβληματισμένος, τα βράδια αδυνατεί πλέον να κοιμηθεί. Στο ταβάνι βλέπει τους γύψους και μαίανδροι στο χορό τους τραβάνε το μάτι του. «Ωχ, το μάτι μου», φώναξε ξαφνικά μια νύχτα, απ’ τις πολλές της αγρύπνιας του. «Άντα μου, έχουμε ακόμη εκείνο το γεμάτο περίστροφο στο τραπέζι»;
«Τι σ’ έπιασε νυχτιάτικα»; Πετάχτηκε η Άντα κατατρομαγμένη.
«Θέλω το περίστροφο για να αυτοπυροβοληθώ».
«Τι λες μωρέ; Πυροβολημένος είσαι; Πέσε χάμω και κοιμήσου»!
«Μόνο αν μού υποσχεθείς ότι θα ψήσουμε αρνί», μουλάρωσε ο Γιώργος.
«Καλά, ας είναι! Αλλά στην πίσω αυλή! Και μην καλέσεις τη μάνα σου κακομοίρη, γιατί θα το μάθει ο Ομπάμα και μετά δε θα πιάνουν τα παρακάλια σου».
«Τα …πορτοκάλια μου»;
«Τα παρακάλια σου, κουφάδι! Βούλωστο τώρα κι άσε με να κοιμηθώ»…
Κι αμέσως η Άντα άρχισε ξανά το αισθησιακό της ροχαλητό, εκείνο που προ αμνημονεύτων χρόνων είχε ερωτευτεί, άβγαλτος ων, ο Γιωργάκης.
Την επόμενη μέρα του παραπάνω περιστατικού, η οποία τυχαίνει να είναι η χθεσινή μέρα (ελπίζουμε να σας μπερδέψαμε αρκετά ώστε να ζαλιστεί το μυαλό σας και να σάς αρέσει το ευθυμογράφημα), ο Γιώργος έδειχνε άλλος άνθρωπος. «Θα τού κάνω τα μούτρα αρνί», έλεγε και ξανάλεγε, καθώς το βράδυ υπήρχε η συζήτηση στη Βουλή. Και φυσικά εννοούσε τον Σαμαρά.
«Σσσστ, βλάκα», τού ψιθύριζε η Άντα. «Μη λες “αρνί” – “κρέας” να λες για να μη μας πάρουν χαμπάρι». Μα ο Γιώργος, εκεί! «Αρνί» ανέβαζε το κρέας, «αρνί» το κατέβαζε. Κατά το μεσημεράκι, πέρασε από το χασάπη της γειτονιάς του. «Γιώργο», τού φώναξε από μακριά ο χασάπης, «πόσα κιλά να είναι το αρνί που θα σού φυλάξω για το Πάσχα»;
«Κρέας να μού φυλάξεις, χασάπη μου! Κρέας», απάντησε ο Γιωργάκης και συνέχισε τη βόλτα του με το ποδήλατο (κάνοντας την πονηρή σκέψη να φέρει το αρνί του από τη Βουλγαρία, για να πληρώσει λιγότερο Φ.Π.Α.). Ο χασάπης σήκωσε τους ώμους του απορημένος. Πήγε να σταυροκοπηθεί, αλλά συγκρατήθηκε. Τέτοιες μέρες, οι χασάπηδες δεν έχουν το θεό τους. Όσο γουστάρουνε πουλάνε.
Λίγο πριν τη συνεδρίαση στη Βουλή, τηλεφώνησε η γκιόσα του Βερολίνου, για να τού ευχηθεί «καλό κουράγιο», ενόψει της δύσκολης πρωτολογίας, δευτερολογίας μα και τριτολογίας του. (Η τεταρτολογία ανήκει στην Άντα και πάντα γίνεται στο κρεβάτι). Τα γερμανικά, ως γνωστόν, έχουν δυο σχεδόν όμοιες λέξεις, που σημαίνουν η μια κρέας και η άλλη αρνί: Kalb και Lamm. Έλα όμως που ο Γιωργάκης ξέχασε ποια σημαίνει το κρέας και ποια το αρνί. Είπε λοιπόν:
«Ευχαριστώ πολύ για τις ευχές σας, αγαπητή γκιόσα του Βερολίνου. Να δείτε που στην αποψινή συνεδρίαση θα κάνω τα μούτρα του Σαμαρά καλμπλάμ»!
«Μπράβο, μπράβο, Γιωργάους μου», απάντησε με τη χαρακτηριστική προφορά της η συμπαθέστατη ευρωπαία ηγέτις. «Είμαι σίγουρη ότι θα τα καταφέρεις. Κι εγώ, να ξέρεις, είμαι έτοιμη για χάρη σου να γίνω ακόμη και Σαρκομπρούνι».
Η ευγενική τηλεφωνική συνδιάλεξη τελείωσε και η Άντα που τυχαία περνούσε και άκουσε τα τελευταία λόγια, αναρωτήθηκε από μέσα της: «Καλά, με δουλεύει; Με την γκιόσα του Βερολίνου μιλούσε ή με την κλώσα των Παρισίων»; Και με αναμμένα όλα της τα γλομπάκια τσίριξε προς τον άντρα της: «Γιωργάκη, αρνάκι γιοκ για το Πάσχα. Να φας ιταλική γαλοπούλα και μόνος σου»!
Όθεν και ο Γιωργάκης στη συνέχεια αλέστηκε σε φετάκια του σνίτσελ από τον γυαλάκια της Ρηγίλλης. Καλή μας όρεξη…
Πολ Σάτιρος comments powered by Disqus