Πιάνω στα χέρια μου τον Σαμαρά… Τον κρατάω απ’ τον λαιμό. Τον σφίγγω!!! Τι να τού κάνω; Να τον αφήσω «τόπο», ή να τον λυπηθώ;
«Σαμαρά!», φωνάζω στ’ αφτί του. Μοιάζει πολύ τρομοκρατημένος! «Σαμαρά, γιατί είσαι τόσο υποχωρητικός με τους ξένους»; (Βγάζω το άχτι μου)…
«Συγνώμη, δεν θα το ξανακάνω»… (Κλαψουρίζει αυτός).
«Κάθαρμα, κτήνος, ό,τι σού ζητάνε μωρέ κάνεις; Το σαμάρι σού φόρεσαν»…
«Συγνώμη, μη βαράς άλλο»…
«Θα βαράω όσο θέλω εγώ! Να!... Πάρε και τούτη – φλαααπ! Πάρε και την άλλη – φλουουπ! (Τον κοπανάω πάνω στην κώχη του τραπεζιού).
«Άου, πονάω»!!!
«Καλά να πάθεις! Σού χρειαζότανε. Θέλεις κι άλλο»;
«Όχι, σε παρακαλώ»…
Σε τσάκισα, ρε!!! Σε διάλυσα, ρε!!! Για να βάλεις μυαλό, ρε!!! Πάρε άλλη μία για τη σκληρή φορολογία!... Πάρε άλλες δύο γιατί σήμερα την έβγαλα με φιδέ και κάτι σταγόνες λάδι!... Πάρε άλλες τρεις γιατί μού τη βίδωσε μεσημεριάτικα και θέλω να «φτιαχτώ»!!!
Αααχ, ξεθύμανα… Όταν μού την ξαναδώσει, θα τον δείρω πάλι, φίλες και φίλοι. Τώρα αισθάνομαι καλύτερα. Πάω να δω αν μού έμεινε φιδές για το βράδυ…