Η ΚΑΤΑΣΧΕΣΗ
Γράφει ο Παναγιώτης Τουμάσης
Ξεροκατάπια μόλις έλαβα το τελευταίο ειδοποιητήριο… Ε, όχι να χάσουμε και το σπίτι! Ένα δυομισάρι διαμερισματάκι όλο κι όλο, τι πια το θέλουνε οι Τράπεζες; Δεν μάς το αφήνανε; Σιγά τα λεφτά που θα πιάσει στη δημοπρασία! Θα το πουλήσουν κοψοχρονιά και πάλι θα χρωστάμε κιόλας. Είναι λοιπόν τόσο άκαρδοι να μας πετάξουν στο δρόμο;
«Είναι», μονολόγησα…
«Ποιος είναι, τζουτζούκο μου; Τι είναι; Μόνος σου μιλάς»;
«Μάλλον», απάντησα…
«Κακώς! Να το κοιτάξεις αυτό!... Θεωρείται προάγγελος τρέλας»!
«Εκεί είσαι ακόμα;» έκανα σαρκαστικά.
Αλλά αμέσως μετάνιωσα για τον τρόπο μου. Αν αύριο έρχονται για κατάσχεση, η Σούλα τι φταίει; Εγώ είμαι ο νοικοκύρης εδώ μέσα, εγώ έπρεπε να είχα φροντίσει. Δεν προσπάθησα, ίσως, όσο έπρεπε για να βρω δουλειά – τουλάχιστον όσο υπήρχε καιρός.
«Άκουσε, Σούλα», εξήγησα. «Μήπως θα ήταν καλύτερα να λείπεις το πρωί; Να, βρε παιδί μου, να πήγαινες για μια βδομαδούλα στους κουμπάρους μας, στη Λάρισα»…
«Στο κτήμα»;
«Ναι! Να τους βοηθήσεις τώρα με τις ελιές και να ξεκουραστείς λίγο»…
«Τζουτζούκο μου, εγώ χωρίς εσένα δεν κάνω βήμα»…
«Κι αν σού ζητούσα να χωρίσουμε»;
«Για μια κατάσχεση; Σπουδαία τα λάχανα»…
«Μα, πού θα μείνουμε»;
«Εγώ στην αγκαλίτσα σου κι εσύ στη δικιά μου»…
«Χαιρετίσματα»…
«Κακέ»!!!
«Κακή»!!!
Έτσι, συνήθως ξεκινάει ο μαξιλαροπόλεμος μεταξύ μας… Αυτή τη φορά μάλιστα, διαλύσαμε ολοσχερώς τα μαξιλάρια. Βγήκαν έξω τα κοτόφτερα!... Γελάσαμε με την ψυχή μας, κακαρίσαμε – κυριολεκτικά σαν κότες – και γενικά μάς πέρασε εντελώς η προηγούμενη μελαγχολία.
Προσωρινά, βέβαια… Διότι την επομένη, ο δικαστικός κλητήρας θα ερχόταν για να αδειάσει το διαμέρισμα, όχι μόνο από τα πράγματά μας, αλλά κι από εμάς τους ίδιους.
Όταν μετά παραδοθήκαμε στον Μορφέα, εγώ προσποιήθηκα πως ροχαλίζω. Η πλάκα είναι πως, ποτέ μου δεν έχω ακούσει τον εαυτό μου να ροχαλίζει, οπότε αυτοσχεδίασα! Αλλά αφού δεν κίνησα υποψίες στη γυναίκα μου, σημαίνει πως έτσι ροχαλίζω και στην πραγματικότητα. Απορώ πώς με ανέχεται, αυτά τα τρία χρόνια του γάμου μας!
Σιγουρεύτηκα ότι κοιμάται – άκουσα το ροχαλητό της – και φόρεσα τα ακουστικά του ραδιοφώνου. Κάνουν εκπομπή τέτοια ώρα κάτι χαρούμενα παιδιά και λένε διάφορα κουφά εκεί πέρα, που θα μού μαλακώσουν την αγωνία. Το ραδιόφωνο:
«Μια κορώνα
στο κεφάλι μου φορώ,
το χειμώνα,
χιόνι στύβω για νερό
και μια τιάρα
το κορίτσι μου κρατεί,
φεύγουν κάρα,
πάνω σ’ ένα φεύγει αυτή».
Ωχ, πού είναι τα αγγελούδια μου; Οι λατρεμένοι μου νεαροί παρουσιαστές; Παλιά τραγούδια παίζει… Λέτε να έχουν καμιά απεργία;
«Το φουστάνι
το καλό της, το λαμέ,
σκόνες πιάνει
κι όλο χάνεται από με,
μα δεν τρέχω
να τής δώσω επιστροφή,
πια δεν έχω
ούτε σπίτι, ούτε τροφή».
Κλικ… Το έκλεισα. Τα δόντια μου ασπρίζουν στο σκοτάδι προσπαθώντας να χαμογελάσω. Ως και στο ραδιόφωνο με ανακάλυψαν! Ότι δηλαδή δεν έχω «ούτε σπίτι, ούτε τροφή»… Τοποθέτησα τα ακουστικά πίσω στο συρτάρι του κομοδίνου μου… Θα φύγω, σκέφτηκα. Σαν τον κλέφτη μέσα στην νύχτα… Δεν αντέχω να αντικρίσω αύριο τον κλητήρα… Ας γίνω άστεγος μια ώρα αρχύτερα.
«Δεν κοιμάσαι»; (Η Σούλα!)…
«Ούτε εσύ»;
«Μπα»…
«Αφού, ροχάλιζες»!
«Ε, καλά»…
«Με ξεγέλασες; Πρόσεχε, κακομοίρα μου, τι θα απαντήσεις, γιατί δεν έχουμε άλλα μαξιλάρια»!...
«Τάκη!», φώναξε η Σούλα… Ανακάθισε όλο έξαψη στο κρεβάτι. «Αυτό είναι!... Το βρήκα! Θα τους καθυστερήσουμε»!...
«Πώς, βρε Σούλα; Ξεγελιούνται οι Τράπεζες»;
«Οι Τράπεζες, τζουτζούκο μου, μπορεί να μην ξεγελιούνται, αλλά και εμείς οι πολίτες δεν πρέπει να ξεγελιόμαστε από τις Τράπεζες. Κανένας μα κανένας, δεν έχει το δικαίωμα να μας πάρει το μοναδικό μας σπίτι! Πρόκειται για τα ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ και αυτά τα ανθρώπινα δικαιώματα υπάρχουν ρητώς διατυπωμένα και προστατεύονται από πανίσχυρους διεθνείς νόμους και οργανισμούς! Θα την κάνουμε την Τράπεζα να φτύσει αίμα! Θα παλέψουμε μέχρις εσχάτων. Και ΘΑ ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ»…
Αναθάρρησα… Λες κι η αναπνοή μου να ξαναγύρισε στα πνευμόνια μου. Θα καθυστερήσουμε όσο μπορούμε την κατάσχεση και, στο μεταξύ, θα συνεχίσω να παλεύω! Κάτι θα καταφέρω… Δεν μπορεί όλες μου οι προσπάθειες να πέφτουν συνεχώς στο κενό. Κάτι καλό θα συμβεί. ΟΛΑ ΘΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ μια φορά και για μένα.
Κι όπως σοφά λέει ο λαός, «πίσω από έναν επιτυχημένο άντρα, κρύβεται πάντα μια εξαιρετική γυναίκα»… Η Σούλα, εν προκειμένω…