Ads



28 Απριλίου 2012

Η Γωγώ, ο Σκούφιας, εγώ και η ...Βάνα Μπάρμπα


ΕΥΘΥΜΟΓΡΑΦΗΜΑ

(Όσοι είστε νέοι αναγνώστες, σας πληροφορούμε ότι διαβάζετε ένα ευθυμογράφημα του Π.Θ.Τουμάση. Τα ευθυμογραφήματα, όταν υπάρχουν, δημοσιεύονται Σάββατα και Κυριακές απόγευμα. Τα άρθρα το πρωί).

Μεγάλο θέμα ξέσπασε εδώ, στα γραφεία του «Πολιτική Σάτιρα!», φίλες και φίλοι, αυτό το βροχερό απομεσήμερο! Πιο συγκεκριμένα, ήρθαν και μού μίλησαν οι δυο πιο πιστοί υπάλληλοί μου (όλοι οι υπόλοιποι είναι πλέμπα), με πρώτο τον Σκούφια, τον αρούρη των υπογείων μας!

«Βρε, Σκούφια, ποιος καλός άνεμος σε φέρνει δώθε»;
«Κακός, ψυχρός κι ανάποδος, αφεντικό»…
«Τι τρέχει, μωρέ; Μίλα!... Εξηγήσου»!...

Ο Σκούφιας έβγαλε με μια αδέξια κίνηση του χεριού του την σκούφια του, την ακούμπησε εδώ να, πάνω στο γραφείο μου και σκούπισε με δαύτη τις σκόνες από την κώχη που όλο ξεχνάει η καθαρίστριά μου να καθαρίσει. (Διότι, όταν η καθαρίστριά μου, η Γωγώ, καθαρίζει σ’ εκείνο το σημείο, εγώ σκύβω να κοιτάξω κάτω από το μίνι φουστανάκι της κι εκείνη τσιρίζει και φεύγει δήθεν ντροπιασμένη). Πάντως, καθάρισε ο Σκούφιας σήμερα, για λογαριασμό της…

«Λέγε, μωρέ Σκούφια… Μ’ έσκασες! Μήπως θέλεις αύξηση»;
«Όχι! Όχι άλλη αύξηση, αφεντικό! Προχτές μού κάνατε την τελευταία αύξηση – το ξεχάσατε; Τώρα παίρνω τρεις χήνες ευρουλάκια. Πόσο πια να πάει»;
«Ε, βρε Σκούφια… Αν θα ήθελες, θα το κάναμε τέσσερις χιλιάδες». (Πάντα γαλαντόμος και ανοιχτοχέρης εγώ).
«Αν επιμένετε, αφεντικό»…
«Επιμένω, επιμένω! Δεν “έχει” μα και “ξεμά”. Θα κανονίσω με το λογιστήριο και σε λίγο κατέβα να πληρωθείς τη διαφορά, αναδρομικά από τα Χριστούγεννα».
«Δεν πειράζει, αφεντικό, ας είναι κι απ’ το Πάσχα»!
«Τα Χριστούγεννα, είπααα!... Αντιρρήσεις δεν δέχομαι. Ξηγηθήκαμε»;
«Αμέ, αφεντικό»…

«Λέγε τώρα. Τι έπαθες, τι σού συνέβη κι ήρθες σήμερα στο γραφείο μου τόσο μουτρωμένος»;
«Εεε, έχω έναν μπάρμπα, στην Κορώνη…».
«Ναι, και»;
«Είναι βαριά άρρωστος και, εεε, έλεγα, να μού δίνατε μια μικρή αδειούλα να πάω να τον ιδώ»…
«Αυτό ήτανε, μωρέ; Και με τρόμαξες, παιδάκι μου»… Σηκώθηκα, τον πλησίασα και τον χτύπησα φιλικά στην πλάτη. «Πάρε μια άδεια μετ’ αποδοχών για τρεις μέρες, συν τα οδοιπορικά, μάς κάνουν οχτώ. Επιστρέφεις στο “Πολιτική Σάτιρα!”, μετά τις Εκλογές. Είσαι ικανοποιημένος τώρα»;
«Είμαι και παραείμαι, αφεντικό! Το χέρι να σού φιλήσω! Λαμπάδα να σού τάξω στον όσιο Εφραίμ τον Βατοπεδινό»…
«Άστα αυτά τώρα!... Και πήγαινε γρήγορα πριν μετανιώσω, να δεις τον μπάρμπα σου που πεθαίνει»…
«Και λίγα λες, αφεντικό! Όχι απλά πεθαίνει, τα κακαρώνει κανονικά»!

Έφυγε ο Σκούφιας και, τοκ-τοκ-τοκ, νάσου ξαναχτυπάει η πόρτα του γραφείου μου. «Ποιος είναι πάλι;», φώναξα και το ένα πάφυλλο άνοιξε δειλά-δειλά και πρόβαλε η μουσούδα της καθαρίστριας…

«Ωπ, καλώς τη Γωγώ! Ποιο ανοιξιάτικο αεράκι σε φέρνει δώθε, Γωγάρα μου»;
«Αχ, καλέ αφεντικούλη μου», γουργούρισε η Γωγώ, «δεν είναι ανοιξιάτικο το αεράκι, μα χειμωνιάτικο κάργα»!
«Γιατί, μανάρα μου; Τι μού έπαθες και χλώμιασε το προσωπάκι σου, ποιος μού το μάλωσε το Γωγουλάκι μου»;
«Κανένας δεν με μάλωσε, αφεντικούλη μου! Αλλά, να!... Μού ζήτησε ο κύριος Σκούφιας να τον συνοδέψω στην Κορώνη που πάει να δει τη θεία του και…»…
«Επ, ποια θεία του; Με δουλεύεις, κορμάρα μου»;
«Δεν σε δουλεύω τζουτζούκ… εεε αφεντικούλη μου! Σταυρό φιλώ, καλέ!... Στη θεία του πηγαίνει, τη Βάνα! Τη Βανάρα του, που τον περιμένει, τον καψερόοο»!...

Έμεινα άναυδος. Αυτό το ντελικάτο πλασματάκι δεν μπορεί να μού έλεγε τόσα ψέματα. Απλά, οι αντιφάσεις τους πρόδωσαν!!! Ο Σκούφιας έκανε λόγο για κάποιον «μπάρμπα» του, η Γωγώ μιλά για κάποια «Βάνα», χα! Είμαι φοβερός ντετέκτιβ εγώ.

«Σας έπιασα, πουλάκια μου»!!! Φώναξα τόσο δυνατά που σείστηκε πατόκορφα ολόκληρο το πολυώροφο κτίριο του «Πολιτική Σάτιρα!»… «Σας τσάκωσα, άτιμοι, στα πράσααα! Ώστε στην Βάνα Μπάρμπα πηγαίνετε κι όχι στον μπάρμπα του Σκούφια, ε»;
«Ωχ, ωχ»!
«Δεν έχει “ωχ, ωχ”, δεν έχει ”ωχ, ωχ”! Για να σε συγχωρέσω εσένανε, στο εξής θα ξεσκονίζεις και τούτη την κώχη του γραφείου μου. Τη γλώσσα σου θα βάζεις να την κάνεις λαμπίκο. Κι όσο για τον Σκούφια; Δεν έχει αναδρομικά! Θα τού δώσω την αύξηση, αλλά τού κόβω μαχαίρι τα αναδρομικά. Τράβα και πες του το, να δω τι ξινισμένα μούτρα θα κάνει»!...

Αυτά συνέβησαν, φίλες και φίλοι, πριν από λίγο στο γραφείο μου. Και τούτη τη στιγμή, είμαι πολύ συγχυσμένος, κυρίως από την σκληρή τιμωρία που επέβαλα σ’ αυτούς τους δύο υπαλλήλους μου. Συνεπώς, και μέχρι να ξεσυγχυστώ λιγάκι, επιτρέψτε μου να ξαπλώσω και να πάρω έναν υπνάκο, καθώς το βράδυ έχω ραντεβού με την Γωγώ και θα ξεσαλώσουμε. Βλέπετε, τα χρονάκια ουκ έρχονται μόνα κι άμα δεν τιμήσω το κρεβατάκι μου, την νύχτα θα είμαι χώμααα… Ααααχμμμ, ήδη χασμουριέμαι… Σας αφήνω… Φιλάκιααα!

comments powered by Disqus
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Η Πολιτική Σάτιρα στο F/B