Γράφει ο Τάκης Ξαπλαρής
Ντρίιιν!... Ντριιιν!... «Αχφμφφ… Σούλα… Σούλααα… Πάρ’ το, το τηλέφωνο… Με ξύπνησε, πού να πάρει»… Ντρίιιιιιιν!... Ξαναντρίιιιιιιν!...
Μια ώρα ολόκληρη χτυπούσε το τηλέφωνο, μέχρι να καταλάβω ότι η νόμιμη σύντροφος της ζωής μου, η Σούλα Μιζερή με τ’ όνομα, έλειπε απ’ το κρεβάτι το διπλό (ποιητικά που τα λέω ο άτιμος!)… Τελικά, άπλωσα απρόθυμα το χέρι μου στο κομοδίνο και σήκωσα το ακουστικό…
«Εμπρός;», έκανα νυσταλέα…
«Ο κύριος Τάκης Ξαπλαρής»;
«Ο ίδιος! Αχφμμμ, χουφμμμ»… (Χασμουρήθηκα μεγαλοπρεπώς).
«Άκουσε ’δώ, ρε ρεμάλι!... Κρατάμε τη γυναίκα σου!... Την απαγάγαμε μέσα στην νύχτα και την κρατάμε τώρα αιχμάλωτη»!...
«Μπα; Σιγά, μη σας πιστέψω»!
«Να μας πιστέψεις, παλιομακάκα! Να μας πιστέψεις. Για ψαχούλεψε λίγο δίπλα σου, να δεις, την έχεις»;
«Εεε, όχι! Όχι, δεν την έχω»…
«Βλέπεις, λοιπόν, ρε καθίκι; Την έχουμε ΕΜΕΙΣ»!...
«Άι στο καλό»!...
Η αίσθηση της απώλειας ενός αγαπημένου προσώπου, ξαφνικά με πλημμύρισε. Λένε πως, αν δεν πάθεις δεν νιώθεις. Εγώ έπαθα κι ένιωσα. Μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου, θυμήθηκα πόσο καλή μαγείρισσα είναι η Σούλα, πόσο πιστή μού είναι παρά τις διάφορες περιπέτειές της δεξιά κι αριστερά, πόσο αιθέρια ύπαρξη μ’ όλα τα περιττά κιλά της!... Το σπίτι, χωρίς τη Σούλα έμοιαζε άδειο κι ορφανό…
«Και τι ζητάτε από μένα», ρώτησα, πνίγοντας έναν νυγμό…
«Στο “Πολιτική Σάτιρα!”, δεν γράφεις, π@στη του κερατά»;
«Μάλιστα, στο “Πολιτική Σάτιρα!”», απάντησα… Δάκρυα κυλούσαν απ’ τα μάτια μου μουσκεύοντας το μαξιλάρι…
«Θέλουμε να γράψεις καλά λόγια για ένα συγκεκριμένο πολιτικό πρόσωπο»…
«Ποιο πρόσωπο»;
«Τέρενς Κουίκ, ονομάζεται»…
«Οκέυ, θα γράψω», συμφώνησα προσέχοντας να μην τους αγριέψω…
«Θα γράψεις ότι είναι Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ, ο ΠΡΟΤΙΜΟΤΕΡΟΣ κι ότι ΤΑ ΕΧΕΙ ΟΛΑ ΚΑΙ ΣΥΜΦΕΡΕΙ»…
«Μα ναι, κύριε Ουραγκοτάγκε μου! Ασφαλώς και θα το γράψω. Μείνετε ήσυχος, θα τα γράψω όλα, όπως τα λέτε»…
«Μπράβο, καλό παιδί… Και, μόλις το κάνεις αυτό, θα σού στείλουμε πίσω τη γυναίκα σου»…
«Μπροστά να τη στείλετε… Πίσω δεν καθάρισα ακόμα τον κήπο κι έχει αγκάθια. Βλέπω έχει ξεχάσει εδώ τις παντοφλίτσες της (νέοι λυγμοί συντάραξαν το στήθος μου)… Μην πατήσει τίποτα η καημενούλα»…
ΤΕΛΟΣ Α’ ΜΕΡΟΥΣ (η συνέχεια σε λίγο)