Γράφει ο Δημήτρης
Υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι που ενδιαφέρονται να μάθουν, αν υπάρχουν άλλοι τρόποι με τους οποίους θα μπορούσαν να τροφοδοτήσουν ένα κτίσμα με ηλεκτρικό ρεύμα, ώστε να απαλλαγούν από τους λογαριασμούς της ΔΕΗ.
Η απάντηση είναι ναι μεν, αλλά!
Το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να εξετάσουμε, είναι αν αυτό συμφέρει οικονομικά. Σ’ αυτό το ερώτημα η απάντηση είναι προς το παρόν, δυστυχώς όχι. Αλλά ας δούμε το θέμα αναλυτικά.
Υπάρχουν αρκετοί τρόποι παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος:
- Γεννήτριες με μηχανή εσωτερικής καύσεως.
- Ανεμογεννήτριες.
- Φωτοβολταϊκά πάνελ.
- Υπάρχουν και άλλοι τρόποι, όπως υβριδικές εγκαταστάσεις, γεννήτριες κυματισμού κ.λπ., αλλά δεν προσφέρονται για σπίτια και δεν τις εξετάζουμε εδώ.
Η Ανεμογεννήτρια αποτελείται από το μοτέρ της γεννήτριας, το οποίο είναι κατάλληλα κομπλαρισμένο στον έλικα, από τον οποίο με τη βοήθεια του ανέμου παίρνει κίνηση. Αυτό το συγκρότημα τοποθετείται πάνω σε έναν ιστό και με κατάλληλο μηχανισμό μπορεί να περιστραφεί προς κάθε κατεύθυνση.
Τα φωτοβολταϊκά πάνελ, είναι πλαίσια που μοιάζουν στο σχήμα αρκετά, με τους συλλέκτες των ηλιακών θερμοσιφώνων. Περιέχουν ηλιακές κυψέλες οι οποίες όταν δεχτούν φως παράγουν ηλεκτρική τάση.
Όλων των πιο πάνω αναφερόμενων πηγών η ισχύς, μετριέται σε KW.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι θέλουμε να τροφοδοτήσουμε μια κατοικία 100 τ.μ. με κάποια απ’ αυτές τις πηγές παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος.
Το πρώτο που θα πρέπει να εξετάσουμε είναι οι ανάγκες του σπιτιού μας σε ισχύ. Ένα διαμέρισμα 100 τ.μ. με όλες τις βασικές καταναλώσεις, δηλαδή φωτισμό, πρίζες, ηλεκτρική κουζίνα, ηλεκτρικό θερμοσίφωνα, πλυντήρια ρούχων-πιάτων, ψυγείο, δυο κλιματιστικά και διάφορες μικροσυσκευές, συγκεντρώνουν αθροιστικά μια ισχύ γύρω στα 15 KW.
Όλες αυτές οι καταναλώσεις βέβαια δεν λειτουργούν σχεδόν ποτέ όλες μαζί. Έχει παρατηρηθεί στην πράξη ότι το ανώτερο φορτίο για ένα σπίτι, δεν υπερβαίνει σχεδόν ποτέ, τα 6-8 KW. Όμως, αν στις καταναλώσεις του σπιτιού συμπεριλαμβάνονται κινητήρες, όπως ένα πιεστικό μοτέρ νερού και κλιματιστικά, υπάρχει το πρόβλημα, ότι κατά την εκκίνηση αυτών των ηλεκτρικών κινητήρων η ζήτηση ηλεκτρικού ρεύματος είναι περίπου τριπλάσια από την ονομαστική ισχύ λειτουργίας τους. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ένα μοτέρ νερού ισχύος 1 KW στιγμιαία κατά την εκκίνηση τραβάει έως και 3 KW.
Για το λόγο αυτό, η επιλογή της ισχύος της πηγής που θα τροφοδοτήσει αυτό το σπίτι δεν πρέπει να είναι μικρότερη από 12 έως 15 KW. Χρειαζόμαστε λοιπόν μια γεννήτρια ανάλογης ισχύος.
Κατά την επιλογή μας θα πρέπει να λάβουμε υπ' όψιν τα εξής:
- Κόστος αγοράς της γεννήτριας.
- Χρόνος ζωής της γεννήτριας.
- Κόστος λειτουργίας της γεννήτριας.
- Κόστος συντήρησης.
Ο χρόνος ζωής ποικίλει ανάλογα με την ποιότητα του συγκροτήματος που θα επιλέξουμε και για 24ωρη λειτουργία είναι 5 έως 10 χρόνια.
Το κόστος λειτουργίας, είναι ανάλογο με το καύσιμο (βενζίνη ή πετρέλαιο) και ως εκ τούτου αρκετά υψηλό. Έχει υπολογιστεί περίπου, ότι το κόστος με αυτή τη μορφή ηλεκτροδότησης, συν την απόσβεση του μηχανήματος, είναι περίπου διπλάσιο από το κόστος ηλεκτροδότησης από τη ΔΕΗ.
Πράσινες πηγές ηλεκτρικού ρεύματος.
Αν αποφασίσουμε να χρησιμοποιήσουμε τις πράσινες πηγές, δηλαδή ανεμογεννήτρια ή φωτοβολταϊκά, η καλύτερη επιλογή είναι ο συνδυασμός αυτών των δυο.
Ο βασικότερος λόγος γι' αυτή την επιλογή είναι το μεγάλο μειονέκτημα αυτών των πηγών, ότι η παραγωγή τους εξαρτάται από τις καιρικές συνθήκες. Η ανεμογεννήτρια χρειάζεται άνεμο, συνήθως πάνω από 3 μποφόρ. Τα φωτοβολταϊκά πάνελ χρειάζονται ηλιοφάνεια, γιατί σε περίπτωση συννεφιάς η παραγωγή τους περιορίζεται στο ελάχιστο. Το κόστος συντήρησης της ανεμογεννήτριας είναι ελάχιστο και η διάρκεια ζωής, ανάλογα με την ποιότητα, είναι από 10 έως 15 χρόνια. Το κόστος συντήρησης των φωτοβολταϊκών είναι μηδενικό και η διάρκεια ζωής 20 χρόνια. Μετά τα 20 χρόνια η απόδοση τους περιορίζεται σημαντικά.
Αν τελικά επιλέξουμε το συνδυασμό των πράσινων πηγών, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε στο κόστος και τους κατάλληλους ινβέρτερς, οι οποίοι μετατρέπουν το συνεχές ρεύμα που παράγουν τα φωτοβολταϊκά πάνελ, σε εναλλασσόμενο ρεύμα που καταναλώνουν οι συσκευές μας. Ακόμα, θα χρειαστούμε και μια συστοιχία συσσωρευτών (μπαταρίες), όπου θα αποθηκεύεται ρεύμα, όταν περισσεύει σε περιόδους μικρής κατανάλωσης του σπιτιού, από τους οποίους συσσωρευτές, θα αντλούμε ρεύμα τη νύχτα που τα φωτοβολταϊκά δεν παράγουν και σε περιόδους άπνοιας που δεν παράγει η ανεμογεννήτρια.
Ο χρόνος ζωής των συσσωρευτών είναι 5 έως 7 χρόνια.
Το κόστος λειτουργίας αυτού του συνδυασμού είναι μηδενικό. Έχει υπολογιστεί ότι το κόστος όλων όσων χρειάζονται, για την συνεχή και απρόσκοπτη λειτουργία αυτού του συνδυασμού για ένα σπίτι 100 τ.μ., συνυπολογιζόμενου του χρόνου ζωής τους, κοστίζει τουλάχιστον το διπλάσιο, απ' ότι θα κόστιζε η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος από τη ΔΕΗ.
Ένα τέτοιο σύστημα, με τον παραπάνω συνδυασμό, κοστίζει περίπου 100.000 ευρώ, μιλώντας πάντα για αδιάλειπτη 24ωρη παροχή, με όλες τις ηλεκτρικές συσκευές και μάλλον, χωρίς την καλή ποιότητα του δικτύου της ΔΕΗ, ως προς το «άπειρο» (τεχνικός όρος διαθεσιμότητας-«βάθους» υπερεντάσεων ζήτησης).
Το κόστος βέβαια των παραπάνω μπορεί να μειωθεί σημαντικά, αν συμβιβαστούμε και αποφασίσουμε, ότι δεν χρειαζόμαστε 24ωρη παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά μόνο κατά τις νυχτερινές ώρες. Εναλλακτικά, μπορούμε να μειώσουμε ακόμα περισσότερο το κόστος, αν αποφασίσουμε να αντικαταστήσουμε τις ενεργοβόρες συσκευές, όπως είναι η ηλεκτρική κουζίνα, με κουζίνα υγραερίου, το ψυγείο που πρέπει να λειτουργεί 24ωρο, με ψυγείο υγραερίου, καθώς και το θερμοσίφωνα με ηλιακό και να αποφασίσουμε ότι τις ημέρες που δεν έχει ηλιοφάνεια, δεν θα …κάνουμε μπάνιο.
Κάτω απ' αυτές τις προϋποθέσεις, ίσως το κόστος, να είναι χαμηλότερο από αυτό της ΔΕΗ αλλά θα αφορά, λιγότερες από τις μισές υπηρεσίες, που αυτή προσφέρει.