«Το καλύτερο είναι τα άδεια μπουκάλια γιατί μπορούν να πουληθούν αμέσως, 14 λεπτά το ένα. Μια φορά είχα μαζέψει περισσότερα από 50 μπουκάλια στο Πεδίον του Άρεως, από κάποια παρέα που έτρωγαν κι έπιναν. Αλλά ό,τι βρίσκει κανείς, καλό είναι. Έχω μαζέψει έπιπλα κα μπαούλα που είχαν πεταχτεί και τα έδωσα σε έναν παλιατζή. Λίγα λεφτά, αλλά από το τίποτα. Φαγητό δεν μαζεύω, αυτά τα παίρνουν οι ξένοι. Περνάω δύο μέρες την εβδομάδα από ένα φούρνο και μου δίνει ψωμί και γλυκά που έχουν ξεμείνει. Έχω κάνει και συμφωνία με έναν σουβλατζή και μου πουλάει τυλιχτά με ένα ευρώ χωρίς απόδειξη».
Ο κ. Δημήτρης είναι συνταξιούχος ιδιωτικός υπάλληλος. Κάθε απόγευμα που βγαίνει «βόλτα», αντί για περαστικούς και αυτοκίνητα ψάχνει τους κάδους απορριμμάτων. «Στην αρχή ντρεπόμουν, έσκυβα το κεφάλι. Αν κάποιος ερχόταν για να πετάξει σκουπίδια, έφευγα. Τώρα, δε με ενδιαφέρει. Όλα είναι θέμα συνήθειας.
Η οικογένεια και οι φίλοι του δεν γνωρίζουν για τις «βραδινές βόλτες» του, το κρατάει μυστικό «για να μη στενοχωρεθούν».
Πηγή: Enikos.gr
ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΔΙΚΗ ΜΑΣ:
Και πόσοι ακόμα συνάνθρωποί μας περπατάνε στο δρόμο με το βλέμμα τους στραμμένο χαμηλά. Όχι, δεν είναι από μετριοφροσύνη. Ψάχνουν διακριτικά στις γωνιές των πεζοδρομίων, στις κώχες εδώ κι εκεί, μήπως και βρουν κάποιο κέρμα. Κι οραματίζονται οι κακόμοιροι πως βρίσκουν πενηντάρι (χαρτονόμισμα πενηντάευρω).
Επίσης, στα σούπερ-μάρκετ, εκεί που παρκάρουνε το δίχως σέρβις, δίχως ασφάλεια, δίχως βενζίνη αυτοκίνητό τους, ρίχνουν απεγνωσμένες ματιές στην υποδοχή κέρματος των παρατημένων καροτσιών, μήπως κάποιος έχει αφήσει το ευρώ του…
Άλλοι, τέλος, βλέπουν το φάσμα της απόλυτης φτώχειας μπροστά τους. Στους λογαριασμούς που δεν μπορούν να πληρώσουν. Στο νοίκι που δεν μπορούν να καταβάλουν. Στο δάνειο που δεν μπορούν πια να εξυπηρετήσουν. Κι ο δρόμος φαίνεται απ’ το παράθυρο…